Folk Museum of Nea Makri
The city center is 32 km away from Athens via Mesogeion Avenue and Marathon. From "Eleftherios Venizelos" Airport is 12 km away via Marathonos Avenue and Attiki Odos. Accesses from Palaia Penteli via Penteli Avenue and from Kifissia and Ekali through Dionysos Avenue. The classic Marathon Route runs from Nea Makri to a distance of 7.5 km. Traffic is served by the KTEL of Attica, which have a starting point in the Field of Areos . The agglomeration, economic and tourist development of Nea Makri has been rapid in recent years.
It has an area of 36,662 acres and its permanent population, according to the 2001 census, stands at 14,809 inhabitants. As a holiday center, in the summer, it is over 55,000 - 60,000 inhabitants with thousands of permanent holidaymakers who have a holiday home. Within its administrative boundaries are included Agia Marina, East, Agios Andreas, Zoumperi, Mati, Neos Voutzas and Valtos. Nea Makri was the port of a small part of the great refugee wave which shook the latest Greek history in the years 1922-23.
It was completely randomly chosen. At that time this area was a marshy, uninhabited place, with no evidence that it could accommodate people, life and action. The end of August 1922 finds the great Greek cities of Ionia fused into the flames. The end is specified. The Greek flags are subdued and the courage of Hellenism is being tested. The tragic July 23 is signed by the Treaty of Lausanne which regulates issues of international and Greek-Turkish interest, such as the borders of the two countries of Greece and Turkey, minorities and the exchange of populations.
And this is the exchange that forced more than 1.5 million Greeks to leave their homes, their bio, the land where they, their parents and their parents' parents lived for more than 2,500 years and uprooted to take the road refugees. A large company of people - members of 90 families from the Ionian towns of Makris and Livissi - overshadow a dull and cold breakfast in November 1923 here, on the rocks of Xylokeriza in Attica, suffering from pain and stumbling of life, but armed with hope and steel courage for a better tomorrow.
They did not allow them to carry anything with them. Only a few clothes and a will for life. On this land, which we are now stumbling, living and enjoying, there was nothing but a wooded and barren grazing land with hollows, hollies and pines and next to a marshland with rushes, leeches, waterfalls and mosquitoes. Only residents, 10 shepherds' families with their minions in Gerochowouli (today's Agia Marina) and many others in Rapedosa (today's East).
The uprooted refugees are temporarily settled and until the brick-built houses of the settlement are ready, in some dilapidated cells of the Agia Paraskevi monastery in Metohi, others in Hana, the old Liotrivi, others in a warehouse in the East and the other families in military scenes around the church of St. Constantine. The construction of the houses began in the spring of 1924 and continued until 1927.
The houses were distributed by lot. Once one was completed, the heirs moved to it. The water was taken down by the monastery of Agia Paraskevi and the first faucet was made under the big pine of the central square. Life began to roll. The overthrow of the forest was exhaustive for homeland practitioners and merchant refugees, who most probably for the first time got a punch in their hands.
And malaria was elderly and children without a doctor, without care until 1934, when the Rockefeller Foundation had done the desiccant works in the area. Yet the Asia Minor stubbornness and pride prevail. Newcomers open wells, start crops, sell their vegetables to Mesogia and Kifissia. And they are progressing. And we arrive at today that Nea Makri, the place where our uprooted people have reached 22, is transformed step by step into a real paradise.
SOURCE
read more:
Η Νέα Μάκρη δεσπόζει πανέμορφη στην ΒορειοΑνατολική πλευρά της Αττικής. Ιδρύθηκε το 1924, όταν έφθασαν οι πρώτοι κάτοικοί της, πρόσφυγες από τα παράλια της Λυκίας της Μικράς Ασίας από τις ιωνικές κωμοπόλεις Μάκρη και Λιβίσι. Παρουσιάζει ένα εξαιρετικό τοπίο, ξεχωριστό, αφού η φύση την προίκισε απλόχερα με το πράσινο του δάσους και το γαλάζιο της θάλασσας. Συνορεύει βόρεια με τον Μαραθώνα, νότια με τη Ραφήνα, δυτικά με τον ορεινό όγκο του Πεντελικού ενώ βρέχεται ανατολικά από το Νότιο Ευβοϊκό σε μήκος ακτών 10 χλμ. περίπου.
SOURCE
read more:
- Makri Livissi Mikras Asias / Nea Makri
- facebook page: Cultural Association of Makri and Livissi
- Lycia
- facebook page: Society οf Historical Research "Lycia"
Λαογραφικό Μουσείο Νέας Μάκρης
Το κέντρο της πόλης απέχει από την Αθήνα 32 χλμ. μέσω των Λεωφόρων Μεσογείων και Μαραθώνος. Από το Αεροδρόμιο “Ελευθέριος Βενιζέλος” απέχει 12 χλμ. μέσω της Λεωφόρου Μαραθώνος και Αττικής Οδού. Προσβάσεις έχει ακόμα από την Παλαιά Πεντέλη μέσω της Λεωφόρου Πεντέλης και από Κηφισιά και Εκάλη μέσω της Λεωφόρου Διονύσου.Η κλασσική Μαραθώνια Διαδρομή διέρχεται από τη Νέα Μάκρη σε μήκος 7,5 χλμ. Συγκοινωνιακά εξυπηρετείται από τα ΚΤΕΛ Αττικής που έχουν αφετηρία στο Πεδίο του Άρεως.
Η οικιστική, οικονομική και τουριστική ανάπτυξη της Νέας Μάκρης τα τελευταία χρόνια υπήρξε ραγδαία. Έχει έκταση 36.662 στρέμματα και ο μόνιμος πληθυσμός της, σύμφωνα με την απογραφή του 2001, ανέρχεται στους 14.809 κατοίκους. Ως παραθεριστικό κέντρο, το καλοκαίρι, ξεπερνά τους 55.000 – 60.000 κατοίκους έχοντας χιλιάδες μόνιμους παραθεριστές που διαθέτουν εξοχική κατοικία. Μέσα στα διοικητικά όριά της περιλαμβάνονται και οι περιοχές Αγία Μαρίνα, Ανατολή, Άγιος Ανδρέας, Ζούμπερι, Μάτι, Νέος Βουτζάς και Βάλτος.
Η Νέα Μάκρη υπήρξε το λιμάνι υποδοχής ενός μικρού μέρους του μεγάλου προσφυγικού κύματος που συντάραξε τη νεότερη ελληνική ιστορία κατά τα έτη 1922 – 23. Εντελώς τυχαία επελέγη ο συγκεκριμένος χώρος. Την εποχή εκείνη η περιοχή αυτή ήταν ένας τόπος ελώδης, ακατοίκητος, χωρίς ενδείξεις ότι θα μπορούσε να φιλοξενήσει ανθρώπους, ζωή και δράση. Το τέλος Αυγούστου του 1922 βρίσκει τις μεγάλες ελληνικές πόλεις της Ιωνίας ζωσμένες στις φλόγες. Το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο.
Οι ελληνικές σημαίες υποστέλλονται και το κουράγιο του Ελληνισμού δοκιμάζεται. Τον τραγικό Ιούλιο του ʼ23 υπογράφεται η συνθήκη της Λωζάνης που ρυθμίζει θέματα διεθνούς αλλά και ελληνοτουρκικού ενδιαφέροντος, όπως τα σύνορα των δύο κρατών Ελλάδας και Τουρκίας, τις μειονότητες, αλλά και την ανταλλαγή των πληθυσμών.
Και είναι αυτή η ανταλλαγή που υποχρέωσε περισσότερους από 1,5 εκατομμύριο Έλληνες να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, το βιος τους, τη γη όπου ζούσαν αυτοί, οι γονείς τους και οι γονείς των γονιών τους περισσότερα από 2.500 χρόνια και ξεριζωμένοι να πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς.
Μια μεγάλη συντροφιά ανθρώπων – μέλη 90 τόσων οικογενειών από τις ιωνικές κωμοπόλεις Μάκρη και Λιβίσι – απαγκιάζουν ένα μουντό και κρύο πρωινό του Νοέμβρη του 1923 εδώ, στα βράχια της Ξυλοκέριζας στην Αττική, δαρμένοι από τον πόνο και την αναποδιά της ζωής, οπλισμένοι όμως με ελπίδα και ατσάλινο θάρρος για ένα καλύτερο αύριο. Δεν τους επέτρεψαν να φέρουν τίποτε μαζί τους. Μόνο λίγα ρούχα και θέληση για ζωή.
Στη γη αυτή που σήμερα πατάμε, ζούμε και απολαμβάνουμε δεν βρισκόταν παρά ένας δασωμένος και άγονος αγριότοπος με σχίνα, πουρνάρια και πεύκα και δίπλα ένας βαλτότοπος με βούρλα, βδέλλες, νερόφιδα και κουνούπια. Μόνοι κάτοικοι, 10 οικογένειες βοσκών με τα κονάκια τους στο Γεροτσακούλι (τη σημερινή Αγία Μαρίνα) και άλλες τόσες στη Ραπεντώσα (τη σημερινή Ανατολή).
Οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες εγκαθίστανται προσωρινά και μέχρι να ετοιμαστούν τα πλινθόκτιστα σπίτια του συνοικισμού, σε μερικά ετοιμόρροπα κελιά του μοναστηριού της Αγίας Παρασκευής στο Μετόχι, άλλοι στη Χάνα, το παλιό Λιοτρίβι, άλλοι σε μιαν αποθήκη στην Ανατολή και οι υπόλοιπες οικογένειες σε στρατιωτικές σκηνές γύρω από το ναό του Αγίου Κωνσταντίνου.
Το χτίσιμο των σπιτιών άρχισε την άνοιξη του 1924 και συνεχίστηκε μέχρι το 1927. Τα σπίτια διανεμήθηκαν με κλήρο. Μόλις ολοκληρωνόταν ένα, οι κληρούχοι μετακόμιζαν σε αυτό. Το νερό το κατέβασαν από το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής και η πρώτη βρύση φτιάχτηκε κάτω από το μεγάλο πεύκο της κεντρικής πλατείας.
Η ζωή άρχισε να κυλάει. Το ξεχέρσωμα του δάσους ήταν εξαντλητικό για τους νοικοκυραίους επαγγελματίες και εμπόρους πρόσφυγες, που ίσως οι περισσότεροι, για πρώτη φορά έπιαναν τσάπα στα χέρια τους. Και η ελονοσία θέριζε γέρους και παιδιά χωρίς γιατρό, χωρίς περίθαλψη μέχρι το 1934, οπότε έγιναν τα αποξηραντικά έργα στην περιοχή από το ίδρυμα Ροκφέλερ.
Όμως το μικρασιατικό πείσμα και φιλότιμο νικούν. Οι νεοφερμένοι ανοίγουν πηγάδια, αρχίζουν καλλιέργειες, πωλούν τα κηπευτικά τους φθάνοντας μέχρι τα Μεσόγεια και την Κηφισιά. Και προοδεύουν. Και φθάνουμε στο σήμερα που η Νέα Μάκρη, ο τόπος που έφθασαν οι ξεριζωμένοι του ΄22, μετατρέπεται βήμα – βήμα σε έναν πραγματικό παράδεισο.
ΠΗΓΗ
διαβάστε περισσότερα
Και είναι αυτή η ανταλλαγή που υποχρέωσε περισσότερους από 1,5 εκατομμύριο Έλληνες να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, το βιος τους, τη γη όπου ζούσαν αυτοί, οι γονείς τους και οι γονείς των γονιών τους περισσότερα από 2.500 χρόνια και ξεριζωμένοι να πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς.
Μια μεγάλη συντροφιά ανθρώπων – μέλη 90 τόσων οικογενειών από τις ιωνικές κωμοπόλεις Μάκρη και Λιβίσι – απαγκιάζουν ένα μουντό και κρύο πρωινό του Νοέμβρη του 1923 εδώ, στα βράχια της Ξυλοκέριζας στην Αττική, δαρμένοι από τον πόνο και την αναποδιά της ζωής, οπλισμένοι όμως με ελπίδα και ατσάλινο θάρρος για ένα καλύτερο αύριο. Δεν τους επέτρεψαν να φέρουν τίποτε μαζί τους. Μόνο λίγα ρούχα και θέληση για ζωή.
Στη γη αυτή που σήμερα πατάμε, ζούμε και απολαμβάνουμε δεν βρισκόταν παρά ένας δασωμένος και άγονος αγριότοπος με σχίνα, πουρνάρια και πεύκα και δίπλα ένας βαλτότοπος με βούρλα, βδέλλες, νερόφιδα και κουνούπια. Μόνοι κάτοικοι, 10 οικογένειες βοσκών με τα κονάκια τους στο Γεροτσακούλι (τη σημερινή Αγία Μαρίνα) και άλλες τόσες στη Ραπεντώσα (τη σημερινή Ανατολή).
Οι ξεριζωμένοι πρόσφυγες εγκαθίστανται προσωρινά και μέχρι να ετοιμαστούν τα πλινθόκτιστα σπίτια του συνοικισμού, σε μερικά ετοιμόρροπα κελιά του μοναστηριού της Αγίας Παρασκευής στο Μετόχι, άλλοι στη Χάνα, το παλιό Λιοτρίβι, άλλοι σε μιαν αποθήκη στην Ανατολή και οι υπόλοιπες οικογένειες σε στρατιωτικές σκηνές γύρω από το ναό του Αγίου Κωνσταντίνου.
Το χτίσιμο των σπιτιών άρχισε την άνοιξη του 1924 και συνεχίστηκε μέχρι το 1927. Τα σπίτια διανεμήθηκαν με κλήρο. Μόλις ολοκληρωνόταν ένα, οι κληρούχοι μετακόμιζαν σε αυτό. Το νερό το κατέβασαν από το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής και η πρώτη βρύση φτιάχτηκε κάτω από το μεγάλο πεύκο της κεντρικής πλατείας.
Η ζωή άρχισε να κυλάει. Το ξεχέρσωμα του δάσους ήταν εξαντλητικό για τους νοικοκυραίους επαγγελματίες και εμπόρους πρόσφυγες, που ίσως οι περισσότεροι, για πρώτη φορά έπιαναν τσάπα στα χέρια τους. Και η ελονοσία θέριζε γέρους και παιδιά χωρίς γιατρό, χωρίς περίθαλψη μέχρι το 1934, οπότε έγιναν τα αποξηραντικά έργα στην περιοχή από το ίδρυμα Ροκφέλερ.
Όμως το μικρασιατικό πείσμα και φιλότιμο νικούν. Οι νεοφερμένοι ανοίγουν πηγάδια, αρχίζουν καλλιέργειες, πωλούν τα κηπευτικά τους φθάνοντας μέχρι τα Μεσόγεια και την Κηφισιά. Και προοδεύουν. Και φθάνουμε στο σήμερα που η Νέα Μάκρη, ο τόπος που έφθασαν οι ξεριζωμένοι του ΄22, μετατρέπεται βήμα – βήμα σε έναν πραγματικό παράδεισο.
ΠΗΓΗ
διαβάστε περισσότερα
- Μάκρη Λίβισι Μικράς Ασίας / Νέα Μάκρη
- facebook σελίδα: Σύλλογος Μακρηνών - Λιβισιανών Ν Μάκρης
- Λυκία
- facebook σελίδα: Εταιρεία Ιστορικών Ερευνών "Λυκία"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου